Oύριακος

Για την έρευνα στον Ούριακο

Το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης διεξάγει την τελευταία δεκαετία (2010-2020) υπό τη διεύθυνση του Ν. Ευστρατίου, Καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας και σε συνεργασία με τον Δ. Κυριάκου, αρχαιολόγο, Π. Καρκάνα, γεωαρχαιολόγο, Paolo Biagi και Elisabetta Starnini, ειδικούς σε θέματα λιθοτεχνίας, και φοιτητές από το ΑΠΘ, επιφανειακές και ανασκαφικές έρευνες στο νοτιοανατολικό τμήμα της Λήμνου και πιο συγκεκριμένα, στην παραλιακή περιοχή της Φυσίνης. Αφορμή για τη συστηματική διερεύνηση της περιοχής έδωσε ο τυχαίος εντοπισμός του 2006 μιας εντυπωσιακής σε ποσότητα και πυκνότητα ευρημάτων αρχαιολογικής θέσης που χρονολογείται την 11η χιλ π.Χ.

Επιφανειακή συλλογή στην πεδιάδα της Λήμνου.

Η πρώτη συστηματική επιφανειακή συλλογή και ανασκαφική δραστηριότητα στον Ούριακο οδήγησε στη συλλογή και καταγραφή χιλιάδων λίθινων ευρημάτων, εργαλείων και απολεπισμάτων. Το κύριο χαρακτηριστικό της θέσης ήταν οι πρωτόγνωροι, όχι μόνο για το Αιγαίο αλλά και για τη νότια Βαλκανική και σε μεγάλο βαθμό και τη βδ Ανατολία, μικρολιθικοί εργαλειακοί τύποι και πιο συγκεκριμένα, τα λεγόμενα lunates (μισοφέγγαρα, ‘ημισέληνα’). Αλλά ακόμα και άλλοι εργαλειακοί τύποι όπως τα ξέστρα, μικρολεπίδες, γλυφίδες και βέβαια οι πυρήνες, που εντυπωσιάζουν με την ποιότητα της πρώτης ύλης τους. Τις επόμενες χρονιές η έρευνα υπήρξε εντατικότερη και αφορούσε τόσο την επέκταση του χώρου της συστηματικής επιφανειακής περισυλλογής όσο και το άνοιγμα μεγαλύτερου ανασκαφικού χώρου.

Σε αναζήτηση των ‘αρχαιολογικών οριζόντων’ της κυνηγετικής κατασκήνωσης του Ούριακου.

Ένα από τα θέματα που απασχόλησαν την ανασκαφική έρευνα στον Ούριακο από τις πρώτες περιόδους ήταν η αναζήτηση αδιατάρακτων επιχώσεων όπως λ.χ. οι χώροι καθημερινής δραστηριότητας, κατασκευής εργαλείων (εργαστήρια), παρασκευής και κατανάλωσης της τροφής, διαμονής κλπ. Και αυτό γιατί η επίχωση στο κεντρικό τμήμα της ταράτσας δεν ξεπερνούσε τα 15-20 εκ με αποτέλεσμα τα ευρήματα να θεωρούνται δικαιολογημένα ότι είχαν μετακινηθεί σε κάποια – έστω και μικρή – απόσταση από το σημείο της αρχικής τους απόθεσης. Τέτοιοι ορίζοντες βρέθηκαν, τελικά, μετά από επίμονη αναζήτηση κάτω από παχιές φυσικές αποθέσεις άμμου στα όρια της κεντρικής αναβαθμίδας αλλά και στην περιφέρειά της, με τη μορφή σκληρών επιφανειών με πολλά λίθινα εργαλεία. Δυστυχώς ο ανασκαφικός εντοπισμός ‘κατασκευών’ δεν υπήρξε δυνατός μέχρι τώρα. Παρ’ όλα αυτά, βρέθηκαν διατροφικά κατάλοιπα όπως οστά ζώων και κομμάτια ώχρας. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρουσα η παντελής απουσία στρειδιών ή άλλων θαλασσινών καταλοίπων αν σκεφτεί κανείς ότι και την εποχή εκείνη η θέση δεν ήταν ιδιαίτερα μακριά από τη θάλασσα και επομένως οι ένοικοί της θα μπορούσαν να επιλέξουν την εκμετάλλευσή της εάν το ήθελαν.

Λίθινα εργαλεία των Επιπαλαιολιθικών κυνηγών του Ούριακου.

Στη συνέχεια θα γίνει σύντομα λόγος για την εντυπωσιακή μικρολιθική λιθοτεχνία του Ούριακου. Όλα τα εργαλεία είναι κατασκευασμένα από ντόπιο υλικό – κυρίως ίασπη αλλά και ανδεσίτη – που με μορφή μικρών πυρήνων ή βοτσάλων μεταφέρονταν στη θέση όπου γινόταν και η επεξεργασία τους όπως φανερώνει η ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων πυρήνων, απολεπισμάτων και υπο-προϊόντων (φολίδες) που καλύπτουν όλα τα στάδια κατασκευής τους. Ωστόσο, τα πιο χαρακτηριστικά εργαλεία της θέσης είναι τα μικρολιθικά ‘μισοφέγγαρα’ (lunates), φτιαγμένα χωρίς ‘διπολική’ επεξεργασία (bipolar retouch) και με ‘μικρογλυφική’ τεχνική (microburin technique) και κατά δεύτερο λόγο, τα κοντά ή μακριά τερματικά ξέστρα και μικρολεπίδες. Η μελέτη τους έδειξε ότι πρόκειται για μια μοναδικά πρώιμη για το Αιγαίο λιθοτεχνία που θα πρέπει να ενταχθεί στις δυο τελευταίες χιλιετίες του Πλειστόκαινου, κάπου ανάμεσα στο 12.000 και 10.000 π.Χ. Δύο παρατηρήσεις είναι σημαντικές εδώ. Η πρώτη αφορά τη διαπίστωση ότι οι συγκεκριμένοι μικρολιθικοί τύποι ‘μισοφέγγαρων’ είναι σπάνιοι στο χώρο της βδ Ανατολίας και της νότιας Βαλκανικής και δεύτερον, ότι τα μόνα παράλληλα που υπάρχουν μέχρι σήμερα βρίσκονται στη σπηλιά του Öküzini στην περιοχή της Αντάλειας της νδ. Μ. Ασίας. Ένα άλλο ζήτημα που απασχόλησε την έρευνα ήταν ο εντοπισμός των πηγών της πρώτης ύλης στο νησί για την κατασκευή των εργαλείων. Αυτές βρέθηκαν σ’ ένα εντυπωσιακό έξαρμα πυριτιομένου ανδεσίτη σε απόσταση 7 χλμ βδ της παραλίας του Ούριακου αλλά και σε πολλά άλλα σημεία στην ευρύτερη περιοχή με διάσπαρτη πυριτολιθική πρώτη ύλη που θα μπορούσαν να αποτελούν πηγές προμήθειας υλικού για την κατασκευή εργαλείων.

Η ανασκαφή μια τομής.

Η αποκάλυψη της προϊστορικής εγκατάστασης του Ούριακου σε μια παραλιακή θίνα ανάμεσα σε δυο ρέματα όπου  – μετά την απομάκρυνση επιχώσεων άμμου με σκοπό την κατασκευή ενός χώρου στάθμευσης – βρέθηκαν χιλιάδες εργαλεία και άλλα κατάλοιπα της Τελικής Παλαιολιθικής περιόδου, συνιστά μια σημαντική εξέλιξη στην αρχαιολογική γνώση για τις καθημερινές δραστηριότητες των τελευταίων κυνηγετικών και τροφοσυλλεκτικών ομάδων που μετακινούνταν είτε δια ξηράς – λόγω της χαμηλής θαλάσσιας στάθμης – είτε δια θαλάσσης στα σημερινά νησιά του Αιγαίου, λίγο πριν το τέλος της Παλαιολιθικής εποχής, κάπου ανάμεσα στο 11.000 και 10.000 π.Χ.

Επιτέλους, ο ορίζοντας των Επιπαλαιολιθικών κυνηγών, θαμμένος, κάτω από 2μ άμμου της θίνας.

Τα ευρήματα της θέσης του Ούριακου τεκμηριώνουν την παρουσία στο χώρο του βόρειου νησιωτικού Αιγαίου μικρών ομάδων κυνηγών με έντονη κινητικότητα και μεγάλη εμβέλεια μετακίνησης και πολιτισμικών επαφών με άλλες ομάδες στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Ανατολίας, και ίσως ακόμα νοτιότερα (Μ. Ανατολή). Κυρίως όμως δείχνουν ότι το νησιωτικό Αιγαίο μαζί με τις γύρω ακτές του αποτελούσαν ήδη από την 11η χιλ π.Χ. τον ζωτικό χώρο προϊστορικών ομάδων τροφοσυλλεκτών και κυνηγών που η εξοικείωσή τους με τη θάλασσα ως τρόπου ζωής, παραγωγικών δραστηριοτήτων (ψάρεμα, αναζήτηση πρώτων υλών, ανταλλαγές) και μετακινήσεων ήταν είτε ήδη μια πραγματικότητα είτε βρισκόταν υπό διαμόρφωση. Ιδιαίτερα η ιδέα της ‘πρώιμης ναυσιπλοϊας’ στην ανατολική Μεσόγειο – ένα ζήτημα που βρίσκεται σήμερα στην πρώτη γραμμή του διεθνούς αρχαιολογικού ενδιαφέροντος – αναμένεται να σχολιαστεί άμεσα ή έμμεσα με αφορμή τα νέα αρχαιολογικά δεδομένα της Λήμνου.

Αλλά η αρχαιολογική έρευνα στη Λήμνο είναι ιδιαίτερα σημαντική για ένα ακόμα λόγο. Αποτελεί τη μοναδική ανασκαφή ‘ανοικτής θέσης’ της Τελικής Παλαιολιθικής περιόδου που βρίσκεται σε εξέλιξη στον ελλαδικό χώρο και όλα δείχνουν ότι συνιστά την ‘κορυφή του παγόβουνου’ όσον αφορά τις θέσεις της περιόδου αυτής (11η χιλ . π.χ) στο χώρο του νησιωτικού Αιγαίου, για τις οποίες δεν έχουμε μέχρι σήμερα αρχαιολογικά δεδομένα, λόγω των δραματικών γεωμορφολογικών αλλαγών και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Αυτό, ωστόσο, που αναδεικνύει την μοναδικότητα της θέσης του Ούριακου είναι η μικρολιθική τυπολογία των εργαλείων της που παραπέμπει εμφανέστατα σε άγνωστες μέχρι σήμερα αρχαιολογικά και ιδιαίτερα πρώιμες χρονολογικά περιόδους του Αιγαίου (πριν το 10.000 π.χ.). Τα αρχαιολογικά ευρήματα του Ούριακου, τα οποία σήμερα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μύρινας, συνιστούν την πρωιμότερη οργανωμένη ανθρώπινη παρουσία στο νησί της Λήμνου που χρονολογείται την 11η χιλ. π.χ.

Η εικόνα μιας τομής με διασπορά λίθινων εργαλείων στην κεντρική αναβαθμίδα.